Άνθρωποι που έζησαν στην Ελλάδα 11.000 χρόνια, «ζωντανεύουν» κι αφηγούνται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης

Ένας πολεμιστής από τη Ντόλιανη Θεσπρωτίας του 14ου αιώνα μΧ που θήλασε μέχρι την ηλικία των 3,5 ετών, μία πολύ μυώδης γυναίκα με καστανά μαλλιά και μάτια από τα Άβδηρα του 654 π.Χ, κι ένας Σπαρτιάτης από την αρχαϊκή εποχή με μπλε μάτια, είναι ανάμεσα στα δέκα πρόσωπα που «αφηγούνται» τη ζωή τους σε μια παγκοσμίως μοναδική έκθεση-χάρη στο πρωτοποριακό, διεθνές ερευνητικό πρόγραμμα BioMuse- έκθεση.

Δέκα άνθρωποι που έζησαν στην Ελλάδα τα τελευταία 11.000 χρόνια «ζωντανεύουν» και μαθαίνουμε τις καθημερινές τους συνήθειες από το τί έτρωγαν, το χρώμα των ματιών, του δέρματος και των μαλλιών τους, μέχρι και το πόσο γυμνάζονταν, στην καινούργια περιοδική έκθεση με τίτλο «BioMuse | Από τα θραύσματα των οστών στις ιστορίες των ανθρώπων» που εγκαινιάζεται το Σάββατο 9 Απριλίου 2022 στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.

Οι πληροφορίες από τις ζωές τους είναι εντυπωσιακές. Η γυναίκα, μια από τις πρώτες κατοίκους των Αβδήρων, αποκαλύφθηκε ότι έζησε έως την ηλικία των 45-50 ετών ενώ στο κρανίο της ανιχνεύθηκε οπή τρυπανισμού, μιας χειρουργικής επέμβασης, που εφαρμόζονταν στην αρχαιότητα για την αποφυγή εγκεφαλικής αιμορραγίας μετά από τραύματα, ενώ ο πολεμιστής από τη Θεσπρωτία είχε ύψος 1,71μ. και βάρος 72 κιλά, με σωματική διάπλαση που του επέτρεπε να έχει αυξημένη μυϊκή απόδοση και να διανύει μεγάλες αποστάσεις. Στα 20-25 του χρόνια, τραύματα δείχνουν ότι σκοτώθηκε σε μάχη.

Αντικείμενο του BIOMUSE είναι η ανασύνθεση της ανθρώπινης ζωής στο παρελθόν μέσω ερευνητικών μεθόδων αιχμής (αρχαίο DNA, απεικονίσεις 3D, παλαιοδιατροφή). Με δεδομένα που συλλέχθηκαν από ανθρώπινα σκελετικά κατάλοιπα, δημιουργήθηκαν απτές βιογραφίες ανθρώπων που έζησαν σε ιστορικούς και προϊστορικούς χρόνους, εξοικειώνοντας το σύγχρονο κοινό με τις πολυποίκιλες εκφάνσεις της ανθρώπινης μορφής, της υγείας, της διατροφής και των συνθηκών διαβίωσης στο παρελθόν.

Τα σκελετικά κατάλοιπα προέρχονται από αρχαιολογικές ανασκαφές του Υπουργείου Πολιτισμού και των Εφορειών Αρχαιοτήτων. Συγκεκριμένα για την έκθεση χρησιμοποιήθηκε υλικό από οκτώ Εφορείες Αρχαιοτήτων και μια συστηματική ανασκαφή (Ανασκαφή Αρχαίας Τενέας). Στόχος είναι η ερμηνεία των ερευνητικών δεδομένων και του ιστορικο-αρχαιολογικού πλαισίου για την αφήγηση της ιστορίας πραγματικών ανθρώπων που έζησαν στο παρελθόν.

Οι ερευνητές μελέτησαν σκελετούς από 100 και πλέον ανθρώπους μέχρι να καταλήξουν στις «βιογραφίες» των δέκα συγκεκριμένων. Ο… παλαιότερος πάντως από τους δέκα, είναι ένας κυνηγός-τροφοσυλλέκτης που έζησε πριν από 11.000 στην Αστυπάλαια! Δεν γεννήθηκε εκεί αλλά έφτασε από ένα άλλο μέρος του Αιγαίου….

«Παρόλο που το υλικό είναι μεγάλο, είναι δύσκολο να συνδυάσεις τις πληροφορίες που θέλεις από τον σκελετό και το αρχαιολογικό πλαίσιο που πρέπει να παρουσιάζει ενδιαφέρον και να ενώσεις αυτά τα δύο. Για αυτό καταλήξαμε σε αυτούς τους δέκα ανθρώπους, καθώς θεωρήσαμε ότι μπορούμε να έχουμε μια πληρότητα πληροφοριών», εξηγεί στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η αναπληρώτρια καθηγήτρια Φυσικής Ανθρωπολογίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστημίο Θράκης, Χριστίνα Παπαγεωργοπούλου, διευθύντρια Εργαστηρίου Φυσικής Ανθρωπολογίας.Αναφερόμενη ειδικά στον κυνηγό-τροφοσυλλέκτη μίλησε για «πάρα πολύ σημαντικό εύρημα της τελευταίας πενταετίας».

Μακραίωνη η δυσανεξία στη λακτόζη και τη γλουτένη

Εντύπωση προκαλεί η επισήμανση των ερευνητών ότι ο πολεμιστής από τη Θεσπρωτία και η γυναίκα από τα Άβδηρα είχαν δυσανεξία στη λακτόζη, κάτι που δείχνει ότι δεν είναι τελικά «της μόδας» -όπως αρκετοί νομίζουν- που όλο και περισσότερα τρόφιμα δεν περιέχουν λακτόζη και γλουτένη.

Σύμφωνα με την κ. Παπαγεωργοπούλου, στην Ελλάδα δυσανεξία στη λακτόζη έχει, περίπου το 60% του πληθυσμού. «Οι άνθρωποι ήταν αρχικά δυσανεκτικοί. Υπολογίζεται ότι τα τελευταία 4 χιλιάδες χρόνια δεν είναι”, σημειώνει, καθώς αυτό είναι κάτι που άρχισε να αλλάζει από τότε που οι άνθρωποι σταμάτησαν να είναι κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες και έγιναν αγρότες και κτηνοτρόφοι. Πρόκειται για μια πληροφορία που η επιστημονική κοινότητα  έχει μόλις τα τελευταία 20 χρόνια, ενώ αρκετά γνωστή έγινε τα τελευταία δέκα.

«Το αρχέγονο χαρακτηριστικό ήταν να είναι κάποιος δυσανεκτικός, γιατί δεν είχε να πιει γάλα, οπότε δεν είχε κανένα πλεονέκτημα. Αυτό άρχισε να αλλάζει όταν οι άνθρωποι στράφηκαν προς την κτηνοτροφία και τη γεωργία», σημειώνει η κ. Παπαγεωργοπούλου. Μάλιστα η ίδια σημείωσε ότι από τα ευρήματα συμπεραίνεται ότι και ο «κυνηγός- τροφοσυλλέκτης της Αστυπάλαιας», ήταν δυσανεκτικός στην λακτόζη.

Η κοινοπραξία του έργου αποτελείται από το Εργαστήριο Φυσικής Ανθρωπολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης (συντονιστής), την Τetragon Α.Ε., τo Εργαστήριο Παλαιογενετικής του Πανεπιστημίου του Mainz (Γερμανία) και το Μουσείο Reiss-Engelhorn στο Mannheim (Γερμανία).

Το έργο BioΜuse υλοποιήθηκε κατά τα έτη 2018-2021 στο πλαίσιο της πράξης «Διμερής Ε&Τ Συνεργασία Ελλάδας – Γερμανίας 2017» της δράσης εθνικής εμβέλειας «Διμερείς, Πολυμερείς και Περιφερειακές Ε & Τ Συνεργασίες» με συγχρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) του Υπουργείου Παιδείας Έρευνας και Θρησκευμάτων.Η είσοδος στην έκθεση είναι ελεύθερη και τα εγκαίνια θα πραγματοποιηθούν στις 9 Απριλίου 2022 στις 12:30 στην Αίθουσα Περιοδικών Εκθέσεων.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ