Ερευνητές στο Ισραήλ εντόπισαν αρχαίους σπόρους σταφυλιών που καλλιεργούνταν πριν 1.100 χρόνια
Τη γενετική σύνδεση μεταξύ δύο σύγχρονων ποικιλιών λευκών και κόκκινων σταφυλιών με ποικιλίες σταφυλιών που καλλιεργήθηκαν πριν από 1.100 χρόνια, διαπίστωσε διεθνής ερευνητική ομάδα. Ανάμεσα στους αρχαίους αυτούς σπόρους που μελετήθηκαν βρίσκεται και ένας από την ποικιλία Συρίκι, που καλλιεργείται μέχρι σήμερα στην Ελλάδα.
Προγενέστερες ανασκαφές στον αρχαιολογικό χώρο του Άβντατ στην έρημο του Νεγκέβ στο νότιο Ισραήλ αποκάλυψαν μια ακμάζουσα βιομηχανία κρασιού από τον 4ο ως τον 9ο αιώνα μΧ στη συγκεκριμένη και άλλες μεγάλες πόλεις εκείνης της εποχής. Τα ευρήματα περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων μεγάλα πατητήρια κρασιού και κανάτες αποθήκευσης κρασιού και εκτιμάται ότι η παραγωγή κρασιού μειώθηκε σταδιακά μετά τη μουσουλμανική κατάκτηση της περιοχής τον 7ο αιώνα μΧ και η καλλιέργεια αμπελιών άρχισε ξανά κυρίως από τη δεκαετία του 1980 και έπειτα.
Κατά την ανασκαφή ήρθε στο φως ένα ακόμη σημαντικό εύρημα: ένας μεγάλος θησαυρός σπόρων σταφυλιών στο πάτωμα ενός σφραγισμένου δωματίου. Οι σπόροι διατηρήθηκαν σχετικά καλά χάρη στην προστασία από κλιματικά φαινόμενα, όπως ακραίες θερμοκρασίες, πλημμύρες ή αφυδάτωση.
Μια διεθνής ομάδα ερευνητών από το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου του Τελ Αβίβ και το Πανεπιστήμιου της Χάιφα, καθώς και από άλλα ιδρύματα στη Γαλλία, τη Δανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, ανέλυσαν στο εργαστήριο Παλαιογενετικής του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Στάινχαρντ του Πανεπιστημίου του Τελ Αβίβ το DNA 16 αρχαίων σπόρων από τη συγκεκριμένη αρχαιολογική θέση, καθώς και από άλλους δύο αρχαιολογικούς χώρους στην έρημο του Νεγκέβ (της Σιβτά και της Νεσάνα), αλλά και από ένα βυζαντινό ναυάγιο στις ακτές του βόρειου Ισραήλ. Στη συνέχεια τα αποτελέσματα συγκρίθηκαν με βάσεις δεδομένων σύγχρονων αμπελιών από όλο τον κόσμο.
Η μελέτη, τα συμπεράσματα της οποίας παρουσιάζει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό PNAS.
Όπως σημειώνει η ερευνήτρια Μέιραβ Μέιρι, επικεφαλής στο Εργαστήριο Αρχαίου DNA Ζώων και Φυτών του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Στάινχαρντ, στο εργαστήριο αυτό οι αναλύσεις γίνονται υπό ειδικές συνθήκες. «Είναι ένα απομονωμένο καθαρό εργαστήριο, με θετική πίεση αέρα που κρατάει τους μολυσματικούς παράγοντες εκτός και μπαίνουμε σε αυτό με αποστειρωμένες “διαστημικές στολές”, γνωστές σε όλους από την πανδημία Covid».
Σε έντεκα δείγματα σπόρων η ποιότητα του γενετικού υλικού ήταν πολύ κακή για να επιτρέψει την εξαγωγή οριστικών συμπερασμάτων. Από τα υπόλοιπα πέντε, όλα από το Αβντάτ, τρία δείγματα αναγνωρίστηκαν ότι ανήκουν γενικά σε τοπικές ποικιλίες. Τα δύο δείγματα με την υψηλότερη ποιότητα, που χρονολογούνται περίπου στο 900 μΧ, ήταν αυτά που έδωσαν και τις περισσότερες πληροφορίες, καθώς ταυτοποιήθηκε ότι ανήκουν σε συγκεκριμένες ποικιλίες σταφυλιών που υπάρχουν ακόμη και σήμερα.
Μάλιστα, ο ένας σπόρος είναι σχεδόν πανομοιότυπος με την ποικιλία Συρίκι που χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα για την παρασκευή κόκκινου κρασιού στην Ελλάδα και το Λίβανο. Πρόκειται για ποικιλία κόκκινου σταφυλιού που στην Ελλάδα καλλιεργείται μεταξύ άλλων στην Πελοπόννησο, το Ιόνιο, την Κρήτη και τις Κυκλάδες, τόσο ως βρώσιμη όσο και για παρασκευή κρασιού, κάποιες φορές σε ανάμειξη με άλλες ποικιλίες, όπως το Φωκιανό.
Ο δεύτερος σπόρος, ο παλιότερος σπόρος λευκού σταφυλιού που έχει εντοπιστεί μέχρι σήμερα, σχετίζεται με την ποικιλία λευκών σταφυλιών Be’er που ακόμα αναπτύσσεται στην άμμο του Παλμαχίμ στις ακτές του Ισραήλ σε υπολείμματα αμπελώνων που πιθανώς εγκαταλείφθηκαν στα μέσα του 20ου αιώνα. Η ποικιλία, ενδημική στη γη του Ισραήλ, χρησιμοποιείται σήμερα από οινοποιείο για την παρασκευή ενός ιδιαίτερου λευκού κρασιού.
Τα ευρήματα αυτά ρίχνουν φως στα ιστορικά βυζαντινά εμπορικά δίκτυα, ενώ οι ερευνητές κάνουν λόγο για μια ιδιαίτερα συναρπαστική ανακάλυψη. «Το υπέροχο με την Παλαιογενετική είναι ότι μερικές φορές μικροσκοπικά αντικείμενα μπορούν να πουν μια μεγάλη ιστορία. Αυτό ακριβώς συνέβη σε αυτή τη μελέτη. Με λίγο μόνο DNA που εξήχθη από δύο σπόρους σταφυλιών μπορέσαμε να εντοπίσουμε τη συνέχεια της τοπικής βιομηχανίας κρασιού, από τη Βυζαντινή περίοδο, πριν από 1.000 και πλέον χρόνια, μέχρι σήμερα», εξηγεί η κ. Μέιρι.
Και συμπληρώνει: «Η μελέτη μας ανοίγει νέους δρόμους για την αποκατάσταση και τη βελτίωση των αρχαίων τοπικών ποικιλιών, ώστε να δημιουργηθούν ποικιλίες σταφυλιών για κρασί που είναι πιο κατάλληλες για δύσκολες κλιματικές συνθήκες, όπως οι υψηλές θερμοκρασίες και οι λίγες βροχοπτώσεις».